Η δράση της «17 Νοέμβρη» επί 27 χρόνια, έπαιξε αρνητικό ρόλο στις πολιτικές εξελίξεις στον τόπο, επιβαρύνοντας το κλίμα, οξύνοντας τις αντιθέσεις και αποδυναμώνοντας τη διεθνή θέση της χώρας. ΄Όμως ο αρνητικός αυτός ρόλος δεν έγινε ποτέ καθοριστικός. Στην πραγματικότητα η δράση της «17 Ν» δεν είχε παρά δευτερεύουσα σημασία. Η κύρια αντίθεση ανάμεσα στον εκσυγχρονισμό και τη συντήρηση, ανάμεσα στον ευρωπαϊσμό και τον εθνικισμό, εκδηλώθηκε και εκδηλώνεται μέσω άλλων, απολύτως νομίμων, πολιτικών υποκειμένων. ΄Ετσι η αστυνομική εξάρθρωση της τρομοκρατίας έχει μεν σπουδαία σημασία αλλά βέβαια τα ιδεολογικά μέτωπα παραμένουν ανοιχτά. Από αυτή τη σκοπιά πρέπει να επισημανθεί ως μείζον το γεγονός της μακρόχρονης ανοχής της τρομοκρατίας στη λαϊκή συνείδηση (που ακόμη και τώρα διατηρεί μειοψηφικά πλέον αλλά αρκετά ισχυρά ποσοστά, σύμφωνα με τις τελευταίες μετρήσεις) αλλά και η συνακόλουθη 25χρονη παθητικότητα (το λιγότερο) της πολιτείας. Και αυτό δεν οφείλεται στην αποδοχή της μορφής δράσης της τρομοκρατίας αλλά κυρίως στα ιδεολογικά στερεότυπα που επικαλείται πολλά των οποίων είναι αγκυρωμένα στη λαϊκή συνείδηση και την στρεβλώνουν αλλά επίσης συγγενεύουν ευθέως ή πλαγίως με θέσεις, συνθήματα, αντιλήψεις που προβάλλονται, νόμιμα μεν-λαϊκιστικά δε, από ένα μεγάλο φάσμα της επίσημης πολιτικής. Αυτή η συγγένεια δεν θέτει, επαναλαμβάνω, ζητήματα νομιμότητας, δεν αντιμετωπίζεται αστυνομικά, δεν είναι όμως καθόλου αθώα. Γιατί ο λαϊκισμός και τα αδιέξοδά του μπορούν να γεννήσουν παρανόμως τρομοκρατία αλλά και χωρίς αυτήν μπορούν να μας καταστρέψουν νομίμως.
Ας θυμηθούμε ότι: α) Από την πρώτη στιγμή της μεταπολίτευσης τόσο ο Ανδρέας Παπανδρέου όσο και το ΚΚΕ τοποθετήθηκαν όσον αφορά στον χαρακτήρα της, υποτιμώντας τη Δημοκρατία που εγκαθιδρύονταν ως «περιορισμένη», ως απλή αλλαγή της Νατοϊκής φρουράς. Η ρητή διατύπωση αυτής της εκτίμησης εγκαταλείφθηκε αργότερα σιωπηρά, όμως η υποτίμηση της Σταθερής Δημοκρατίας εκδηλώνονταν ισχυρά σε κάθε μεγάλη πολιτική σύγκρουση (και από τη Ν.Δ.) ΄Ετσι η τεχνική όξυνση έγινε κυρίαρχη μορφή της πολιτικής ζωής. β) Η λογική του κοινωνικού εμφυλίου, των ασυμφιλίωτων αντιθέσεων, εξυπηρετήθηκε συνεπώς από όλο το φάσμα της Αριστεράς με τον συνήθη μαξιμαλισμό της αλλά και από την Δεξιά με τη συνήθη υποκρισία της. γ) Ο αντιϊμπεριαλισμός μετατράπηκε σε αντιδραστικό εθνικισμό, τυφλό αντιαμερικανισμό και αντιδυτικισμό συνολικά, όπου συναντήθηκαν φανερά Δεξιά και Αριστερά (αφήνοντας αμήχανους τους αφελείς). δ) Η υπεράσπιση των κεκτημένων έγινε πολιτική συντήρησης του συστήματος, ανάχωμα στις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις και στήριξη του κατεστημένου της καθυστέρησης.
Το γεγονός ότι οι αστυνομικές επιτυχίες κατά της τρομοκρατίας έρχονται επί κυβερνήσεως Σημίτη, σηματοδοτεί την ισχύ του μεταρρυθμιστικού εκσυγχρονισμού. ΄Όμως αυτό δεν αρκεί. Πρέπει να περάσουμε από τη φάση της σηματοδότησης στη φάση της ιδεολογικής ηγεμονίας. Αυτό απαιτεί μια νέα ιδεολογική αντεπίθεση και ένα δεύτερο κύμα προοδευτικού εκσυγχρονισμού. ΄Ετσι δεν θα έχουμε μόνο μια πετυχημένη αστυνομική επιχείρηση, δεν θα υπογράψουμε μόνο το τέλος μιας εποχής αλλά θα ανοίξουμε το δρόμο για τη νέα που έρχεται.