Εν όψει της 19ης Μαΐου αναζωπυρώθηκε πάλι το ενδιαφέρον για τις διώξεις του Ποντιακού Ελληνισμού κατά τη Μικρασιατική Καταστροφή και τα αμέσως προηγούμενα χρόνια.
Σε μεγάλο όμως βαθμό, δυστυχώς, αυτή η αναζωπύρωση ενδιαφέροντος δεν φαίνεται να εντάσσεται στα πλαίσια της εθνικής αυτογνωσίας και της αποκατάστασης της ιστορικής αλήθειας .
Περισσότερο φαίνεται ότι προσανατολίζεται στην επαναδιατύπωση των στερεοτύπων του εθνικιστικού μύθου περί αιωνίας φυλής και στην καλλιέργεια συγκρουσιακής λογικής με την γείτονα Τουρκία, ενώ αφήνονται να αιωρούνται, ασαφώς μεν επικινδύνως δε, αλυτρωτικά οράματα.
Ο εθνικισμός ηγεμονεύει και γι’ αυτό άλλωστε η προσπάθεια εστιάζεται στην άσκηση πίεσης προς την Τουρκία διαμέσου της εμμονής στο νομικό χαρακτηρισμό των διωγμών ως γενοκτονίας. Στην προκειμένη περίπτωση πρέπει να επισημάνουμε ότι δια της υπερβολής χάνεται το υπαρκτό δίκαιο και ότι πολιτική "χρησιμοποίηση" της Ιστορίας ουδέποτε ωφέλησε τους λαούς.
Ο Ποντιακός Ελληνισμός, πολύπαθος όχι μόνο λόγω των διώξεων και του ξεριζωμού αλλά και λόγω της υποτιμητικής του αντιμετώπισης από το κατεστημένο στην Ελλάδα, είναι φυσικό να διατηρεί αισθήματα αδικίας και πικρίας. Η εκμετάλλευση όμως αυτών των αισθημάτων για τη διαμόρφωση δύναμης κρούσης του εθνικισμού συνιστά πατριδοκαπηλεία και προσβάλλει τους Ποντίους. Γι’ αυτό άλλωστε οι χιλιάδες Πόντιοι απέχουν από αυτά τα εθνικιστικά παραληρήματα όπου πρωταγωνιστούν οι επαγγελματίες του λαϊκισμού.
Θεσσαλονίκη, 17 Μαΐου 2002